«Την εφόνευσε διότι την ηγάπα»


Συντάκτης: Νίκος Παρασκευόπουλος*


Πρόωρες απολύσεις κρατουμένων από τις φυλακές γίνονται στη χώρα μας εδώ και εκατό χρόνια (από τη θέσπιση του ν. 811/1917 «Περί προσωρινής απολύσεως των κρατουμένων»).

Σε άλλες χώρες, στην Ευρώπη και αλλού, συμβαίνει το ίδιο [¹]. Απολύονται κάποτε ακόμη και ισοβίτες.

Μεταρρυθμίσεις και συντμήσεις του ελάχιστου χρόνου για τη δυνατότητα απόλυσης έκτοτε γίνονται συχνά.

Επίσης συχνά, ιδίως μετά το 1982, εμφανίζονται νόμοι αποσυμφορητικοί του πληθυσμού της φυλακής, προορισμένοι για προσωρινή ισχύ.

Κινούνται από το ευεξήγητο έως το αναπόφευκτο, αφού ο υπερπληθυσμός των κρατουμένων προξενεί κάκιστες συνθήκες κράτησης.

Τέσσερις σε κελί για δύο; «Γιατί όχι και οκτώ ή δεκαέξι;», ρωτούν κάποιοι.

Σωπαίνουν για τις συνέπειες: καταδίκες της χώρας μας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου για κακομεταχείριση κρατουμένων.

Η υποτροπή εμφανίζεται σαν μια «εκδίκηση» των αποφυλακισμένων για τις κακές συνθήκες κράτησης, σχηματοποιούσε προ δεκαετιών ο Φουκό.

Συνεχίζουμε: Η υποτροπή (εγκληματικότητα μετά την αποφυλάκιση) καταγράφεται επίσης ανέκαθεν.

Ισως στο παρελθόν δεν την πρόσεχαν τόσο οι πολίτες, καθώς κανείς δεν έσπευδε να τη χρεώσει ηχηρά σε νομοθετικές ρυθμίσεις.

Θα θυμούνται όμως ότι συχνά στην είδηση για ένα βαρύ έγκλημα σημειωνόταν πως ο δράστης είχε φυλακιστεί και στο παρελθόν.

Δυστυχώς, η εγκληματικότητα των απολυομένων υπερβαίνει αυτήν του γενικού πληθυσμού.

Φυσικό, από τη στιγμή που η κράτηση απομακρύνει από την οικογένεια και την αγορά εργασίας και σπρώχνει κοντά (ή μέσα) στις συμμορίες.

Η εγκληματικότητα κατά της ζωής στη χώρα μας, εξάλλου, από το έτος 2006 εμφανίζει μια γενική πτωτική πορεία [²].

Τι λοιπόν είναι όντως πρωτόγνωρο τώρα;

Μα, είναι φανερό: να στοχοποιείται μια νομοθετική διάταξη και ένας συντελεστής της για κάθε περίπτωση εγκληματικής υποτροπής στη χώρα.

Το θέμα όμως δεν είναι μια ατομική στοχοποίηση. Πρόκειται εδώ για μια πολιτική σύγκρουση με φανερές τις κοινωνικές και πολιτικές της πτυχές.

Εξηγούμαι: Ασφαλώς η ασφάλεια του πολίτη ανήκει στα κοινωνικά ζητούμενα. Το ερώτημα είναι πώς προάγεται.

Κατά τους τιμητές, αν ένας κρατούμενος μείνει π.χ. έξι μήνες περισσότερο στη φυλακή [³], παύει να είναι μετά επικίνδυνος.

Τολμώ να ονομάσω την άποψη ακροδεξιά: Τη λύση παρέχει δήθεν μόνο η καταστολή, με τα αίτια δεν χρειάζεται να ασχολούμαστε, απλά τα πράγματα.

Στον αντίποδα, η κοινωνική εμπειρία δείχνει ότι μόνο η ομαλή επανένταξη του αποφυλακιζόμενου τον κρατά μακριά από τις συμμορίες.

Αυτή ολοφάνερα γίνεται αδύνατη όταν συμβεί απάνθρωπες συνθήκες εγκλεισμού να τον έχουν εν τω μεταξύ εκβαρβαρίσει, ενώ διευκολύνεται μόνο από δομές αλληλεγγύης (εκπαίδευσης, κατάρτισης κτλ.) εντός και εκτός των τειχών.

Αυτονόητο επίσης ότι όποιος δεν ασχολείται (και) με τα αίτια της βίας αφήνει την ασφάλεια του πολίτη να μειώνεται χωρίς φρένο.

«Ο οδηγός εκοιμήθη στο τιμόνι». Ο δράστης απλώς «την εφόνευσε διότι την ηγάπα». Και ο ανέμελος «επνίγη ενώ εκολύμβα». Πάμε παρακάτω.

Πραγματικά, στον αποπροσανατολισμό οδηγούν ο λαϊκισμός και η παραγωγή των σχετικών «ειδήσεων».

Δεν υπάρχουν κοινωνικοί λόγοι για το έγκλημα και την υποτροπή, δεν καταγράφονται ευθύνες για την αδιαφορία προς ό,τι βελτιώνει τις συνθήκες κράτησης, δεν φουντώνει μια διεθνής τρομοκρατία με πρόσημο οργανωμένου φανατισμού, δεν επιδρά η οικονομική κρίση στην επιθετικότητα.

Δεν υπάρχει Μανωλάδα ούτε Βιστονίδα. Οχι! Για όλα φταίει μία και μόνη διάταξη νόμου.

Τι συμβαίνει οπωσδήποτε; Το γράφω φθάνοντας στον επίλογο:

Υπάρχει ένα επικοινωνιακό επιτελείο που κατασκευάζει τις σχετικές στοχοποιήσεις.

Υπάρχουν τα παπαγαλάκια που τις αναπαράγουν, με ύφος περισπούδαστο ή «αγανακτισμένο».

Και να, τέλος, κάποιοι καταναλωτές που τις καταπίνουν, είτε επειδή διαβάζουν ή ακούνε κουρασμένοι και μισοκοιμισμένοι είτε επειδή οι ειδήσεις αυτές θεριεύουν τον φασίστα μέσα τους.

Καταλήγω όμως με τα ευχάριστα: Ολο και περισσότεροι καταλαβαίνουν τη σημασία της επανένταξης.

Σε μερικά δάση του τόπου μας, η πανίδα επιστρέφει. Στις γειτονιές οι νέοι αγαπούν χωρίς να σκοτώνουν τον έρωτά τους.
1. Το πρόσφατο βιβλίο του Μ. Σκανδάμη, Ο θεσμός της απόλυσης (Νομική Βιβλιοθήκη), αναφέρει πλήθος στοιχείων.
2. Βλ. Ι. Τσίγκανου, Το εγκληματικό φαινόμενο στην Ελλάδα σήμερα, Εκδ. Παπαζήση, 2016, σελ. 240 κ.ε.
3. Βλ. και υπενθύμιση της Α. Ψαρρά σε άρθρο της «Εφημερίδας των Συντακτών», 4/4/2017.

*ομ. καθηγητής ΑΠΘ-βουλευτής

Πηγή: www.efsyn.gr
Share on Google Plus
Από το Blogger.